Χλωροπικρίνη
Πρότυπο:Πληροφορίες χημικής ένωσης
Η χλωροπικρίνη είναι τοξική ουσία που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν ως χημικό όπλο. Καθώς προκαλεί βλάβες στο αναπνευστικό σύστημα των θηλαστικών, ταξινομείται ως ασφυξιογόνο αέριο.
Ιστορία
Η χλωροπικρίνη ανακαλύφθηκε το 1848 από τον Σκωτσέζο χημικό Τζον Στένχαουζ (John Stenhouse), ο οποίος την παρασκεύασε με αντίδραση του εκρηκτικού πικρικού οξέος (τρινιτροφαινόλη) με υποχλωριώδες νάτριο (NaOCl), το οποίο δρα ως υποχλωριώδες οξύ (HOCl):[1]
Ο Στένχαουζ ονόμασε το προϊόν «χλωροπικρίνη» από τις ουσίες που χρησιμοποίησε για την παρασκευή του. Η χλωροπικρίνη που προέκυπτε με αυτή τη μέθοδο αποσταζόταν με υδρατμούς και απομονωνόταν.
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο , η χλωροπικρίνη χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα τόσο από τους Γερμανούς, με το κωδικό όνομα Klop, όσο και από τους Γάλλους (κωδικό όνομα Aquinite). Η χλωροπικρίνη δεν χρησιμοποιήθηκε αμιγής, αλλά σε μίγμα με ποικιλία χημικών όπλων, όπως φωσγένιο («Πράσινος Σταυρός», γερμ. Grünkreuz) , διφωσγένιο, διχλωριούχο κασσίτερο και χλώριο. Η χλωροπικρίνη χρησιμοποιείτο ως γόμωση σε βλήματα πυροβολικού, χειροβομβίδες, τορπίλες, καθώς και για να αυξήσει την τοξικότητα των κυμάτων αερίων που εξαπέλυαν μαζικά οι αντίπαλοι ο ένας στον άλλο. Η παραγωγή της χλωροπικρίνης κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έφτασε τους 8.000 τόνους στη Γερμανία και τους 600 στη Γαλλία.[1]
Η χλωροπικρίνη, καίτοι λιγότερο φονική από άλλα χημικά όπλα της περιόδου, προκαλούσε εμετό και δάκρυα,[2] πράγμα το οποίο ανάγκαζε τους στρατιώτες να βγάζουν τις μάσκες τους για να κάνουν εμετό και να εκτίθενται στα χημικά που συνόδευαν τη χλωροπικρίνη.[2] Η ουσία προκάλεσε μεγάλες απώλειες στους Ιταλούς, όταν χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς στο Ιταλικό μέτωπο.[2]
Χημικά χαρακτηριστικά
Η χλωροπικρίνη μπορεί εναλλακτικά να παρασκευαστεί με την επίδραση υποχλωριώδους νατρίου σε νιτρομεθάνιο:[3]
Η χλωροπικρίνη προσβάλλει το σίδηρο, ενώ το υδρογόνο που παράγεται την ανάγει σε μεθυλαμίνη. Εξουδετερώνεται εύκολα με διάλυμα θειώδους νατρίου.[1]
Χρήσεις
Η κύρια χρήση της χλωροπικρίνης, όπως αναφέρθηκε, ήταν ως χημικό όπλο κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η χλωροπικρίνη χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, όχι πλέον ως χημικό όπλο, αλλά ως παρασιτοκτόνο.[1] Προστίθεται σε άλλα παρασιτοκτόνα, όπως στο βρωμομεθάνιο, για να ειδοποιεί για τυχόν διαρροές. Η ουσία είναι αποτελεσματική και ενάντια στους νηματώδεις σκώληκες.[4]
Τοξικότητα, συμπτώματα, αντιμετώπιση
Η χλωροπικρίνη έχει αρκετά πλεονεκτήματα ως χημικό όπλο: Είναι ουσία που εξατμίζεται σε συνηθισμένη θερμοκρασία, ενώ τα εδάφη που μολύνονται από χλωροπικρίνη παραμένουν μολυσμένα για χρονικό διάστημα πέντε με έξι ωρών.[1] Η χλωροπικρίνη είναι εξαιρετικά τοξική και επικίνδυνη ουσία. Συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από 1.1 ppm ερεθίζουν τα μάτια. Συγκεντρώσεις μεταξύ ενός και τριών ppm προκαλούν δακρύρροια. 4 ppm καθιστούν ανίκανο το θύμα να εργαστεί. Έκθεση ενός λεπτού σε ποσότητες χλωροπικρίνης μεγαλύτερες από 15 ppm μπορεί να προκαλέσει καταστροφή στο αναπνευστικό σύστημα.[5]
Εξαιτίας της χημικής σταθερότητας της χλωροπικρίνης, προστασία ενάντια σε αυτή παρέχεται από αποτελεσματικά απορροφητικά σώματα, όπως ο ενεργός άνθρακας.[2] Ο ερεθισμός των ματιών από χλωροπικρίνη είναι επίμονος και διαρκεί αρκετό καιρό μετά την έκθεση.[1]
Η ουσία έχει καταστροφικές επιδράσεις και στα φυτά. Τα φύλλα των φυτών, αν εκτεθούν για 1 – 2 ώρες σε ατμόσφαιρα που περιέχει μόλις 0,5% χλωροπικρίνη, υφίστανται πλασμόλυση και πέφτουν.[1]
Βιβλιογραφία
- “Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια” Π. Δρανδάκη, τ. ΚΔ', λήμμα “Χλωροπικρίνη”, σ. 636
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- http://msds.chem.ox.ac.uk/CH/chloropicrin.htmlΠρότυπο:Dead link
- http://pubchem.ncbi.nlm.nih.gov/summary/summary.cgi?cid=6423